Δευτέρα 9 Ιουλίου 2007

Δεν χρειάζεται αναδάσωση!

«Σε πείσμα της ικανότητας του ανθρώπου να καταπολεμήσει τις πυρκαϊές με τα πιο σύγχρονα συστήματα από έδαφος και αέρα, καθώς και με τους καλύτερα εκπαιδευμένους πυροσβέστες του κόσμου, φαίνεται βέβαιο ότι οι φωτιές δεν θα σταματήσουν». Αυτά έγραψε στις αρχές της δεκαετίας του '60 ο καθηγητής Μπίσγουελ του Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϊ και δεν αφορούν, βέβαια, την Ελλάδα αλλά την Καλιφόρνια. Είτε θέλουμε να το δεχθούμε είτε όχι, σ' όλες τις περιοχές της υδρογείου όπου επικρατεί το ιδιότυπο μεσογειακό κλίμα με το μακρύ, θερμό και άνυδρο καλοκαίρι, οι δασικές πυρκαϊές είναι γεγονός επαναλαμβανόμενο.

Ετσι, στις χώρες τριγύρω από τη Μεσόγειο και την Καλιφόρνια, στο Βόρειο ημισφαίριο, και στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας στη Νότιο Αφρική, σε τμήμα της Αυστραλίας και στην Κεντρική Χιλή, στο Νότιο, οι φωτιές συνιστούν υπαρκτό πρόβλημα, για τον περιορισμό του οποίου έχουν γίνει αρκετά τα οποία, δυστυχώς, ακόμη να εμφανιστούν στη χώρα μας.

Σχεδόν όλοι όσοι ασχολούνται με οποιονδήποτε τρόπο (γραπτό, προφορικό, πολιτικό) με το πραγματικά τεράστιο πρόβλημα των πυρκαϊών θεωρούν ότι με τη φωτιά το δάσος καταστρέφεται ολοκληρωτικά. Επομένως η αναδάσωση είναι η μόνη λύση για τη μερική αποκατάσταση της διαταραχής η οποία προκλήθηκε. Πόσοι όμως από αυτούς έχουν υπόψη τους ότι ένα καμένο πευκοδάσος έχει τη δυνατότητα φυσικής αναγέννησης με τα χιλιάδες πευκάκια που φυτρώνουν ύστερα από τα πρωτοβρόχια; Γιατί, άραγε, δεν κάνουν τον χειμώνα μια βόλτα σε μια περιοχή που κάηκε πέρυσι ή πρόπερσι; Βέβαια, το δάσος που κάηκε θα ξαναγίνει δάσος, με την προϋπόθεση ότι κάτι τέτοιο θα του επιτραπεί. Οχι με τη βόσκηση γιδοπροβάτων σ' αυτό. Ούτε με τις καταπατήσεις και τη μετατροπή του σε αγροκτήματα, χωράφια και οικόπεδα, στα οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

Οποιος συγκρίνει τις σημερινές εποχές με παλαιότερες διαπιστώνει ότι όντως οι πυρκαϊές (δεν αναφερόμαστε, προφανώς, σε ανώμαλες περιόδους) έχουν αυξηθεί. Οχι μόνο σε αριθμό, αλλά και σε ένταση και καταστροφές, παρ' όλο που σήμερα υπάρχουν πυροσβεστικά μέσα τα οποία ήταν άγνωστα στο παρελθόν. Εστω ότι κάποιος έχει δύο στοίβες ξύλα: στην πρώτη έχει πέντε κιλά και χλωρά και στη δεύτερη 10 κιλά, από τα οποία τα πέντε είναι ξερόκλαδα και πευκοβελόνες. Ποια στοίβα θα πάρει ευκολότερα φωτιά; Σίγουρα εκείνη με τα 10 κιλά και τα ξερόκλαδα.

Αυτό έχει συμβεί δυστυχώς στα πευκοδάση μας!

* Οι προσαρμογές των φυτών στην πυρκαϊά

Ολα σχεδόν τα φυτά της χώρας μας που απαντούν σε περιοχές μεσογειακού κλίματος έχουν προσαρμογές με τις οποίες μπορούν να επιβιώσουν κατά τη διάρκεια της φωτιάς και να επανέλθουν έπειτα από αυτή.

Η γνώση αυτών των προσαρμογών είναι δυνατόν, αν χρησιμοποιηθεί κατάλληλα, να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε περισσότερο αποδοτικά την αποκατάσταση των διαταραχών τις οποίες η πυρκαϊά προκάλεσε. Ετσι θα ήταν δυνατόν να διακρίνουμε δύο βασικές κατηγορίες φυτών σε σχέση με την επανάκαμψή τους μετά τη φωτιά. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν όλα εκείνα που επανέρχονται μόνο με τη διαδικασία φύτρωσης των σπερμάτων τους και στη δεύτερη όλα εκείνα τα οποία, μολονότι το υπέργειο μέρος καίγεται, οι ρίζες τους παραμένουν ανέπαφες και επανέρχονται με παραβλαστήματα.

Υπάρχουν, βεβαίως, και ενδιάμεσες μορφές. Ορισμένα είδη φυτών όπως η ασφάκα και η αφάνα έχουν τη δυνατότητα να επιβιώσουν και από σπέρματα και από παραβλαστήματα.

Τα πεύκα επανέρχονται μόνο με φύτρωση των σπόρων τους, πράγμα που σημαίνει μεγάλη καθυστέρηση στην αποκατάσταση των πευκώνων που κάηκαν και αυτός είναι ακόμη ένας λόγος για τη μη χρησιμοποίηση πεύκων στους νέους χώρους πρασίνου που δημιουργούμε. Από την άλλη, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι στα καμένα φυσικά πευκοδάση υπάρχει συνήθως αυξημένη φυσική αναγέννηση. Ετσι, δεν είναι αναγκαία η αναδάσωση.

Σχεδόν όλοι οι πολυετείς υψηλοί θάμνοι του ελληνικού μεσογειακού περιβάλλοντος (πουρνάρια, αγριελιές, κουμαριές, συκιές, μυρτιές, δάφνες, φυλίκια, αριές κλπ.) επανέρχονται με παραβλαστήματα. Οι καμένοι θαμνώνες, αν δεν υπάρξει ανθρώπινη παρέμβαση, επανέρχονται ταχύτατα και μέσα σε διάστημα μικρότερο των 10 ετών δεν διακρίνεται η καμένη από την άκαυτη περιοχή.

Θεωρητικά η επανάκαμψη των φυτών, ιδιαίτερα εκείνων που παραβλαστάνουν, είναι ταχύτατη, επειδή τα νέα φύλλα είναι μεγάλα και η φωτοσύνθεση ­ δηλαδή η «θρέψη» ­ των φυτών ιδιαίτερα αυξημένη.

Ο κ. Ν. Σ. Μάργαρης είναι καθηγητής Διαχείρισης Οικοσυστημάτων στο Τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

1 σχόλιο:

Unknown είπε...

Σχετικά με το άρθρο του κ. Μάργαρη "http://apkor.blogspot.com/2007/07/blog-post.html"

Κε Μάργαρη καλό καλοκαίρι,


Διάβασα το άρθρο σας και να με συγχωρέσετε αν ένιωσα θυμωμένος, και πήρα την πρωτοβουλία να επικοινωνήσω μαζί σας.



Κατ' αρχάς επειδή δεν μου αρέσει η ανωνυμία, όχι δεν είμαι καθηγητής περιβάλλοντος, δεν έχω αντίστοιχες περγαμηνές. Είμαι ένας απλός βιβλιοθηκονόμος με μεγάλο ενδιαφέρον για το δασικό και περιβαντολλογικό πλούτο της χώρας μας και αρκετή προσωπική ενασχόληση με το περιαστικό πράσινο της Αθήνας.



Από τα λίγα που ξέρω λοιπόν θα ήθελα να επισημάνω τα εξής:

1. Ναι, φυσικά η φωτιά είναι ένα φυσικό φαινόμενο. Και ναι, είναι ενταγμένο στα οικοσυστήματα. Για ποια οικοσυστήματα όμως μιλάμε; Για το ήδη κατεστραμμένο οικοσύστημα του λεκανοπεδίου? Γνωρίζετε κ. Μάργαρη πως οι δασικές εκτάσεις της Ελλάδας έχουν το μικρότερο ποσοστό έκτασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι η δασική κάλυψη της χώρας μας το τελευταίο αιώνα έχει μειωθεί ραγδαία? Θεωρείται φυσιολογικό σε ένα δασόφυτο άλλοτε λεκανοπέδιο να έχει μείνει κάτω από 10% δασόφυτες εκτάσεις και αυτές να καίγονται αυτοστιγμεί? Θεωρείτε φυσιολογική πυρκαγιά –η οποία εντάσσεται σε φυσικές διαδικασίες και την οποία το οικοσύστημα την χρησιμοποεί προς όφελος του– μία φωτιά η οποία κατέκαψε περίπου 23.000 με 28.000 στρ. σε συνολική έκταση 35.000? Θεωρείτε φυσιολογικό φαινόμενο τις πυρκαγιές που κατέκαψαν την Πορτογαλλία πριν από λίγο καιρό ή τις φωτιές που έχουν αφήσει την ελληνική δασική έκταση στο 12% περίπου (συγχωρήστε την ανακρίβεια των αριθμητικών μου δεδομένων δεν έχω άμεσα ενημερωμένα στοιχεία) και τα οποία τα "φυσιολογικά φαινόμενα" παρουσιάζονται πάντα καλοκαιρινούς μήνες με ιδιαίτερα δυνατό αέρα και με τουλάχιστον 2 ως 5 μέτωπα? Και αν ναι, γιατί δεν έχουν ξαναεπανέλθει τα οικοσύστηματα που έχουν καεί με αυτόν τον τρόπο τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας? Στην Ελλάδα μ ια καμένη περιοχή, την πρώτη χρονιά μετά τη φωτιά είναι χορτολιβαδική έκταση γιατί καίγεται συνέχεια. Τη δεύτερη και την τρίτη χρονιά είναι τσιμέντο.



2. Ναι, εδώ θα συμφωνήσω απόλυτα έχει τεράστιο πρόβλημα το σημείο πρόληψης, καταστολής αλλά και αποκατάστασης.



3. Σίγουρα οι αιτίες των πυρκαγιών στην Ελλάδα –και όχι μόνο– είναι πολυποίκιλες. Μόνο όποιος δεν έχει ασχοληθεί δεν το ξέρει. Όμως επίσης μόνο ένας αδαής μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν υπάρχουν εμπρηστές. Ο εμπρησμός στη χώρα μας είναι από τις κύριες αιτίες καταστροφής δασικού πλούτου. Άκουσαμε όλοι ότι στην Πάρνηθα υπήρξαν πολλαπλά μέτωπα και εμπρηστικός μηχανισμός. Έχετε κάποια επίσημη πληροφορία από πηγές που δε γνωρίζουμε πως η φωτιά μπήκε από οβίδα? Και όσον αφορά τους "σατανικούς εμπρηστές" αρκεί κανείς να δει τα δελτία τύπου της Πυροσβεστικής και τους εμπρηστικούς μηχανισμούς που βρίσκονται συχνά από εθελοντές δασοπυροσβέστες στην Αττική. Εγώ από μόνος μου έχω εντοπίσει τουλάχιστον δύο στον Υμηττό. Εκτός βέβαια και αν θεωρείται και τις αυτοψίες της Πυροσβεστικής ως αυτοψίες ασχέτων.



4. Τα πεύκα χρειάζονται νερό. Όσο για το τα εύφλεκτο υλικά τα περισσότερα δάση είναι από ένα ιδιαίτερα εύφλεκτο υλικό: Το ξύλο. Και δεν πουλάω πνεύμα. Μία δασώδη πυρκαγίά υπό κατάλληλες προϋποθέσεις μπορεί να φθάσει πολλούς βαθμούς κελσίου, τόσους που να κάνει τα πάντα στάχτη (ακόμα και τους σπόρους στο έδαφος). Τα πεύκα καίγονται πιο εύκολα, αλλά δεν πιάνουν φωτιά μόνα τους. Στο Πήλιο το πεύκο δεν ήταν δα και άγνωστο είδος. Ωστόσο είναι αλήθεια πως δεν ταιριάζουν πάντα και παντού. Και η σωστή δεντροφύτευση απαιτεί μελέτη.



5. Για να αποφανθεί κάποιος για το πως δουλεύει ένα οικοσύστημα πρέπει να το πλησιάζει με φόβο και δέος και με ένα πολύστροφο κομπιούτερ. Το αν χρειάζεται ένα οικοσύστημα με ελάφια, και λύκους δεν είναι κάτι απόλυτο. Και κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πως τα έλατα είχαν καταστραφεί από τα ελάφια. Αντίθετα είχαμε ένα από τα τελευταία πυκνά ελατόδαση της Αττικής στην Πάρνηθα. Ακόμη τα ελάφια είχαν φυσικούς βοσκότοπους εντός της καμένης περιοχής. Και δεν καταλαβαίνω ειλικρινά τι εννοείτε όταν λέτε πως " Είχαν μαντρώσει μια περιοχή και είχαν βάλει μέσα ελάφια". Είχατε δει πολλούς φράχτες στην Πάρνηθα ή μήπως στάνες? Ξέρετε τίποτα τέλος για το κόκκινο ελάφι το οποίο επιπόλαια το λέτε κρι-κρι?



6. Όσο για το δύσμοιρο λεκανοπέδιο, σοβαρολογείτε? Ποιος μίλησε για το οξυγόνο? μιλάμε για την ποιότητα του αέρα. Η Πάρνηθα και το δάσος της αποτελούσε ένα σημαντικότατο φυσικό φίλτρο το οποίο δεν είναι δυνατό λόγω ειδικότητας να μη γνωρίζετε πως λειτουργεί. Όσο για τον Υμηττό ξέρετε για τί μιλάτε? Τον Υμηττό τον περπατάμε καθημερινά. Πρώτον τα έλατα του είναι λιγοστά. Δέυτερον είναι ένα βατό βουνό, μαδημένο, για το οποίο επίσης δεν καταλαβαίνω τι εννοείτε "με το έχει ξαναπρασινίσει". Εννοείτε από το 1940? Γιατί τα τελευταία χρόνια ο Υμηττός –και μπορούν να το βεβαιώσουν όσοι το γνωρίζουν το βουνό– έχει δραστικά περιοριστεί ως περιαστικό πράσινο ενώ έχουν αυξηθεί σημαντικά οι χρήσεις που είναι ασύμβατες με το φυσικό περιβάλλον. Η συμπαγής δασική έκταση τελειώνει στα όρια της Καισαριανής-Βύρωνα (Κακόρεμα). Μετά υπάρχουν μεγάλα πράσινα τμήματα ανακατεμένα με χρήσεις (σταθμούς μεταφόρτωσης απορριμμάτων-στρατόπεδα-πάρκινγκ-βενζινάδικα-σκοπευτήρια-τσιμέντα) ως τα όρια του Καρέα. Εκεί η περιοχή είχε καεί το 1999 (θυμάστε? κάηκαν και 3 άνθρωποι σε πυρκαγιά κατ' εσάς φυσιολογική για το οικοσύστημα) και ως τα όρια της Ηλιούπολης έχουμε να κάνουμε με μία άδεντρη περιοχή ή με μικρά νεοφυτεμένα δεντράκια, η οποία ουδέποτε συνήλθε από την πυρκαγιά του 1999. Γιατί κε Μάργαρη η μεγάλη κατωφέρεια του βουνού σε συνδυασμό με τις μεγάλες βροχές του 1999-2000 απογύμνωσε όλο το έδαφος από το χώμα και τα μικρά φυτά.

Να μη μιλήσουμε για την περιοχή προς τα Γλυκά Νερά, ή την πίσω πλευρά του Υμηττού (απέραντα τραυματισμένη), ή το κύριο όγκο του βουνού προς την κορυφή που ποτέ δεν αναδασώθηκε.

Να μη μιλήσουμε τέλος για την περιφερειακή Υμηττού που σχημάτισε νέο όριο για την πόλη και τη συνέχεια της που θα αποσαρθρώσει όλη τη Β' ζώνη στην περιοχή Βύρωνα-Ηλιούπολης και θα έχει πλήρη θέα από το μνημείο των καμμένων πυροσβεστών του 1999.



7. Να σας θυμίσω ότι στο΄Άγιο Όρος γύρω από εκείνη την περιοχή υπάρχουν πολύ μεγάλες εκτάσεις και δάσους και χορτολιβαδικής έκτασης και όχι μόνο πολύ μεγάλες εκτάσεις τσιμέντου όπως στην πρωτεύουσα. Όσο για τις πλημμύρες κοντός ψαλμός αλληλούια, λέει ο σοφός και θυμόσοφος λαός και μακάρι να μην έχουμε τις βροχές του 1999 ξανά.



Κε Μάργαρη δε σας γνωρίζω, δεν ξέρω γιατί λέτε όλα αυτά που λέτε, δεν ξέρω γιατί με επιχειρήματα επιστημονικής βάσης που όμως με έναν επιπόλαιο τρόπο λέγονται και αγνοούν την ελληνική πραγματικότητα προσπαθείτε να απαλύνετε εντυπώσεις. Γιατί αυτό κάνετε.



Νιώθω όμως υποχρεωμένος να τονίσω όλα αυτά. Και βέβαια δεν είναι η λύση να μπουν αύριο συνεργεία στην Πάρνηθα για να κάνουν αναδασώσεις, όμως χρειάζεται και βούληση και ενέργειες με έναν επιστημονικό σχεδιασμό και προφύλαξη από τα διάφορα συμφέροντα –οικοδομικά και όχι μόνο– που καιροφυλακτούν και τα οποία αν μη τι άλλο οι κυβερνώντες και ιθύνοντες έχουν δείξει ότι τα ανέχονται και τα υποστηρίζουν με τα νομοθετήματα των τελευταίων ετών που έχουν περάσει ή προσπαθούν να περάσουν. (Δασικοί χάρτες βάσει Εθνικού Κτηματολογίου, Άρθρο 24 του συντάγματος, Αποχαρακτηρισμοί δασικών εκτάσεων, Νομοσχέδια για παραχώρηση δασικών εκτάσεων σε ιδιώτες και πάει λέγοντας...).



Χατζηστέλιος Δημήτριος