Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2008

Ενημερωτική ημερίδα για το Βαλκανικό Βοτανικό Κήπο Κρουσσίων

Δελτίο Τύπου
Στην ημερίδα αναδείχθηκε η μεγάλη σημασία όχι μόνο για το νομό Κιλκίς αλλά για την Ελλάδα η συνέχιση της λειτουργίας του βοτανικού κήπου, με το εργαστήριο του που εδρεύει στη Θέρμη Θεσσαλονίκης σε όλους τους τομείς, επιστημονικό, εκπαιδευτικό, ερευνητικό αλλά και τις προοπτικές που έχει στον τομέα του τουρισμού και του πολιτισμού.
Την εκδήλωση συντόνισε ο πρόεδρος της «Κοινωνίας Πολιτών» Δημήτρης Αγαθόπουλος ο οποίος στον σύντομο χαιρετισμό του ανέφερε μεταξύ των άλλων: «Η ανταπόκρισή σας στο κάλεσμα που σας κάναμε δείχνει το ενδιαφέρον σας για τον Βαλκανικό Βοτανικό Κήπο Κρουσσίων. Το τελευταίο διάστημα γίνεται πολύς λόγος για την μέχρι τώρα πορεία και το μέλλον του Βοτανικού Κήπου Κρουσσίων. Όχι τυχαία διότι το θεσμικό πλαίσιο με το οποίο λειτουργούσε μέχρι σήμερα (intereg II), έχει λήξει και περνάει τώρα στην ολοκληρωτική διαχείριση από εθνικούς πόρους. Η σημερινή ημερίδα δεν έχει στόχο να συζητήσουμε τις προϋποθέσεις και τον τρόπο συνέχισης αυτού του έργου, πράγματα τα οποία επεξεργάζονται αυτό το διάστημα από τους εμπλεκόμενους φορείς ( Υπουργεία, ΕΘΙΑΓΕ, Τοπική - Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση)» και συνέχισε: «Στόχος της σημερινής ημερίδας είναι να σας παρουσιάσουμε τα πεπραγμένα του Κήπου και του Εργαστηρίου αυτοφυών και ανθοκομικών ειδών, έτσι όπως δεν τα έχετε δει μέχρι σήμερα.» Η επιστημονικά υπεύθυνη του κήπου και εκπρόσωπος του ΕΘ.Ι.ΓΕ. Ελένη Μαλούπα πραγματοποίησε την κύρια εισήγηση της Ημερίδας με παρουσίαση διαφανειών, αναφέροντας όλο το ιστορικό της δημιουργίας του μεγαλόπνοου αυτού έργου, που ξεκινήσε το 1995, πως χρηματοδοτήθηκε από το διασυνοριακό πρόγραμμα INTERREG ΙΙ και γιατί επιλέχθηκε η περιοχή του Δήμου Κρουσσών. Ανέφερε ότι η χλωρίδα της Ελλάδας αποτελεί το 50% της Ευρώπης αναλύοντας την στρατηγική του κήπου στα αυτόχθονα φυτά, στην διατήρηση και στον πολλαπλασιασμό τους, στην προστασία των απειλούμενων και σπάνιων φυτών και στις πλήρως τεκμηριωμένες συλλογές. Τέλος υπογράμμισε την αναγκαιότητα ίδρυσης Φορέα Διαχείρισης αλλά και στην κατάθεση σχεδίου θεσμοθέτησης από τον Υφυπουργό Αγρ. Ανάπτυξης και Τροφίμων Κ. Κιλτίδη. Παρέθεσε μάλιστα και ορισμένα ερωτήματα μετά την λύση των συμβάσεων των εργαζόμενων από το Πρόγραμμα χρηματοδότησης όπως ποιος θα κρατήσει τον Κήπο ανοιχτό, ποιος θα ξεναγεί τους επισκέπτες, ποιος θα τον συντηρεί, ποιος θα δέχεται τα σχολεία και θα κάνει μαθήματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, ποιος θα κάνει τις νέες συλλογές, πως θα συντηρούνται τα 1500 είδη φυτών και άλλα. Παρέμβαση έκανε και ο Ολλανδός Πρόεδρος της Planta – Europa (Οργάνωση για την προστασία της Ευρωπαϊκής χλωρίδας), σύμβουλος του Συμβουλίου της Ευρώπης για την βιοποικιλότητα και Διευθυντής των Ολλανδικών Εθνικών Κήπων Κος Jean Willem Snepp , ο οποίος αναφέρθηκε στην σημασία των βοτανικών κήπων και του Ευρωπαϊκού Δικτύου όπς και στο θέμα της προστασίας της βιοποικιλότητας της Ελληνικής και Ευρωπαϊκής χλωρίδας. Σύντομες παρεμβάσεις έκαναν ο αντιδήμαρχος Κιλκίς Χρ. Σπίγκος, ο πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Κρουσσών Β. Καραμπίδης, ο δημοτικός σύμβουλος και πρόεδρος της ΑΝ.ΚΙ. Π. Πασσαλίδης, οι πρόεδρου των ΤΟΣΥΝ Μ. Αμοιρίδης και Θ. Ανθρακίδης και ο αντιπρόεδρος του ΤΟΣΥΝ Κιλκίς Λάζαρος Λαζαρίδης ενώ την εκδήλωση χαιρέτησαν με επιστολή ο Υφυπουργός Αγρ. Ανάπτυξης Κ. Κιλτίδης και ο βουλευτής Σ. Τσιτουρίδης. Στο φουαγέ του Συνεδριακού υπήρχε έκθεση φωτογραφιών από αυτόχθονα φυτά του Βοτανικού Κήπου. Χαιρετισμός Υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων Κώστα Κιλτίδη στην ημερίδα του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε Αξιότιμοι κ.κ. εκπρόσωποι του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε, των Δήμων Κρουσίων και Κιλκίς, της Κοινωνίας Πολιτών, των Τοπικών Συμβουλίων Νεολαίας Κρουσίων και Κιλκίς Σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση αλλά δε θα μπορέσω να ανταποκριθώ καθώς δε μου το επιτρέπουν υπηρεσιακές μου υποχρεώσεις. Επιθυμώντας να μοιραστώ τις σκέψεις και τις ιδέες σας για τις προοπτικές που διανοίγονται στο Βοτανικό Κήπο των Κρουσίων, θα ήθελα καταρχάς να σας καταστήσω κοινωνούς του σχεδιασμού που έχουμε ολοκληρώσει με τη συνεργασία και υποστήριξη του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας για την περαιτέρω ανάπτυξη του. Βάσει του σχεδίου νόμου, που βρίσκεται στη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, ο Βοτανικός Κήπος αναβαθμίζεται σε Ινστιτούτο Εθνικού Βοτανικού Κήπου με έδρα το Δήμο Κρουσίων. Με την επιχειρούμενη αναβάθμιση, το Ινστιτούτο Εθνικού Βοτανικού Κήπου κατατάσσεται στην οργανική δύναμη των 21 συνολικά ερευνητικών ιδρυμάτων του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε και θα λειτουργήσει ως αυτοτελής οργανισμός με διοικητική και οικονομική οργάνωση και με επιστημονική και τεχνική υποστήριξη. Με πρόβλεψη μάλιστα πρόσληψης και ερευνητών, κάτι το οποίο δεν υπήρχε μέχρι σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνεται πρόνοια και για την περαιτέρω οικονομική ενίσχυση του Ινστιτούτου με την ενεργό συμμετοχή της Αυτοδιοίκησης, μέσω επιμέρους προγραμματικών συμβάσεων που θα υπογραφούν με τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κιλκίς και με τους Δήμους Κρουσίων και Κιλκίς. Επιπλέον, το υπό ίδρυση Ινστιτούτο θα έχει στην εποπτεία του το Εργαστήριο Αυτοφυών, Φαρμακευτικών και Ανθοκομικών Φυτών, που βρίσκεται στη Θέρμη ν. Θεσσαλονίκης, σε ότι αφορά τις επιστημονικές και ερευνητικές του δραστηριότητες. Μέχρις ότου τεθεί σε εφαρμογή ο νέος σχεδιασμός, ο Βοτανικός Κήπος θα υποστηριχθεί οικονομικά και με στελεχιακό δυναμικό που θα προσληφθεί εντός των ημερών. Συνεπώς, η πρόθεσή μας για την αναβάθμιση και βελτίωση των λειτουργιών του Βοτανικού Κήπου γίνεται σύντομα πράξη, και να είστε βέβαιοι ότι με τη νέα διοικητική του μορφή το Ινστιτούτο Εθνικού Βοτανικού Κήπου Κρουσίων θα αποκτήσει το απαιτούμενο πλαίσιο για να ανταποκριθεί αφενός στο επιστημονικό και ερευνητικό του έργο και αφετέρου στον εκπαιδευτικό και περιβαλλοντικό του προσανατολισμό με αξιοποίηση των συγκριτικών του πλεονεκτημάτων και στον τουρισμό. Με τις σκέψεις αυτές χαιρετίζω τις εργασίες της αποψινής ημερίδας και εύχομαι τα αποτελέσματα που θα προκύψουν να είναι θετικά.

Αναγκαιότητα προστασίας της χλωρίδας της Πελοποννήσου

Δυνατότητες και προοπτικές

Σάββατο 22 και Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2008

Ξενοδοχείο Αμαλία στο Ναύπλιο

Πρόγραμμα
Σάββατο 22 Νοεμβρίου
17:30-18:00 Καφές υποδοχής
18:00-18:30 Έναρξη - χαιρετισμοί
Χαιρετισμός από την κ. Μαρία Καμπουράκη, φαρμακοποιό, πρόεδρο της Ελληνικής
Εταιρείας Εθνοφαρμακολογίας
Συντονιστής των εργασιών της διημερίδας θα είναι ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού
Συλλόγου Αργολίδας, κ. Τάκης Μπαντανάς
18:30-19:00 Εθνοφαρμακολογία και βιοποικιλότητα
Ομιλητής: Μανώλης Μιτάκης, φαρμακοποιός, γενικός γραμματέας της Ελληνικής
Εταιρείας Εθνοφαρμακολογίας
19:00-19:40 Αναγκαιότητα και δυνατότητες προστασίας, διατήρη-
σης και αξιοποίησης των αυτοφυών ειδών της Πελοποννήσου
Ομιλήτρια: Δρ Ελένη Μαλούπα, τακτική ερευνήτρια ΕΘΙΑΓΕ, υπεύθυνη Βαλκανικού
Βοτανικού Κήπου Κρουσσίων
19:40-20:10 Διάλειμμα καφέ
20:10-20:30 Πιλοτική εφαρμογή της «Δημιουργίας θεματικού
Βοτανικού Κήπου και της Διαχείρισής του»
Συμμετέχουν: Μαρίνα Παναγιωτίδου, γεωπόνος-αρχιτέκνων τοπίου,
Δήμητρα Ζερβάκη, γεωπόνος ΜΒΑ, Χρήστος Οικονόμου, διαχείριση ανθρωπίνων πόρων
20:30-20:50 Αξιολόγηση του φυτικού πλούτου της
Πελοποννήσου και δυνατότητες αειφορικής αξιοποίησής του
Συμμετέχουν: Δρ Νικόλαος Κρίγκας, ερευνητής του τμήματος Βιολογίας ΑΠΘ,
επιστημονικός συνεργάτης του ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης
Δρ Θεοφάνης Κωνσταντινίδης, επ. καθηγητής του τμήματος Γεωπονικής
Βιοτεχνολογίας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
20:50-21:10 Αρωματικά-φαρμακευτικά φυτά της Ελλάδας:
μοναδικότητα και προοπτικές
Συμμετέχουν: Δρ Θεοφάνης Κωνσταντινίδης, επ. καθηγητής του τμήματος
Γεωπονικής Βιοτεχνολογίας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Δρ Διαμάντω Λάζαρη, λέκτορας του Τμήματος Φαρμακευτικής ΑΠΘ
Δρ Νικόλαος Κρίγκας, ερευνητής του τμήματος Βιολογίας ΑΠΘ, επιστημονικός
συνεργάτης του ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης
21:10-21:30 Ερωτήσεις - Συζήτηση
21:30 Δείπνο
Κυριακή 23 Νοεμβρίου
10:30 Έναρξη - Καφές
11:00-11:30 Εισαγωγική ομιλία: Δημήτριος Δήμου, γεωπόνος, πρόε-
δρος του Συλλόγου Γεωπόνων Αργολίδος
11:30-14:00 Στρογγυλό τραπέζι:
Η προστασία της χλωρίδας της Πελοποννήσου
Κατά τη διάρκεια του στρογγυλού τραπεζιού θα πραγματοποιηθεί συζήτηση και θα
απαντηθούν ερωτήματα από επιστήμονες που άπτονται θεμάτων περιβαλλοντικού
ενδιαφέροντος.
14:00 Ελαφρύ γεύμα

Ο Βαλκανικός Βοτανικός Κήπος Κρουσσίων

Για να δημιουργήσετε μια εικόνα για τον Κήπο πριν πάμε εκδρομή σ΄αυτόν.

Μέχρι σήμερα, σε Ελληνικό και Βαλκανικό επίπεδο δεν είχε γίνει ολοκληρωμένη και στρατηγικά σχεδιασμένη προσπάθεια που θα οδηγούσε στη προστασία και διατήρηση της πλούσιας φυτικής βιοποικιλότητας σε Βοτανικό Κήπο. Η ιδέα της δημιουργίας του Βαλκανικού Βοτανικού Κήπου Κρουσσίων (ΒΒΚΚ) ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του ‘90 από μια ομάδα επιστημόνων που εργάζονταν στοΕθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας για την αξιοποίηση των αυτοφυών μέσα από ένα πνεύμα αειφορικής διαχείρισης και προστασίας της βιοποικιλότητας, και υλοποιήθηκε με χρηματοδότηση της Κοινοτικής Πρωτοβουλίας INTERREG II- Εξωτερικά σύνοραμε τις χώρες της Π.Γ.Δ.Μ. και της Βουλγαρίας,΄με επιστημονική υπεύθυνητη Δρα. Ελένη Μαλούπα, Τακτική Ερευνήτριατου ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. με την συνεργασία πολλών επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων και την υποστήριξη των Υπουργείων Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Ο ΒΒΚΚ

Ο BBKK βρίσκεται στο Νομό Κιλκίς, 70 χλμ από την πόλη της Θεσσαλονίκης, κοντά στην Κοινότητα της Ποντοκερασιάς, στο Δήμο Κρουσσών (με έδρα την Τέρπυλλο). Η έκτασή του είναι 310 στρέμματα. Βρίσκεται σε μια ζώνη προστατευόμενων περιοχών βάσει διεθνών συμβάσεων (Σύμβαση Ramsar για τους υγροτόπους, περιοχές υπό ένταξη στο Δίκτυο Προστατευόμενων περιοχών ΦΥΣΗ 2000). Πιο συγκεκριμένα στην ευρύτερη περιοχή του Βαλκανικού Κήπου Κρουσίων οι προτεινόμενες περιοχές για ένταξη στο δίκτυο ΦΥΣΗ 2000 είναι: Λίμνη Κερκίνη – Όρος Κρούσσια - Κορυφές Όρους Μπέλλες, Πικρολίμνη, Υδροχαρές δάσος Μουριών, Λίμνη Δοϊράνη.

Ο BBKK εγκαινιάσθηκε το Μάιο του 2000. Είναι μέλος του Διεθνούς Δικτύου Βοτανικών Κήπων (BGCI) και του Διεθνούς Δικτύου για την ανταλλαγή Αυτοφυούς Γενετικού Υλικού και συμμετέχει στην Παγκόσμια Στρατηγική για τη Διατήρηση της Φυτικής Βιοποικιλότητας.

Μέχρι σήμερα εντοπίσθηκαν στο φυσικό τους περιβάλλον περίπου 1.500 αυτόχθονοι φυτικοί οργανισμοί, οι οποίοι συλλέχθηκαν με ειδικούς χειρισμούς, προσδιορίσθηκαν ταξινομικά και διατηρούνται σε Τράπεζα Διατήρησης Γενετικού Υλικού, σε Μητρικές Φυτείες, πολλαπλασιάσθηκανκαι διατηρούνται στο Βοτανικό Κήπο σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους, με φυσικά υλικά, ανάμεσα σε λίμνες, καταρράκτες, ρυάκια, ξερολιθιές και λιβάδια.

ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΟΥ BBKK

Το κλίμα της περιοχής του Βαλκανικού Βοτανικού Κήπου Κρουσσίων χαρακτηρίζεται ως υπομεσογειακό με εντονότερη την ηπειρωτική επίδραση. Το καλοκαίρι είναι θερμό και μεγάλης διάρκειας, ο χειμώνας είναι ήπιος, ενώ σε όλες τις εποχές του έτους παρατηρείται βροχόπτωση.

ΤΑ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΟΥ ΒΒΚΚ

Στην οροσειρά των Κρουσσίων κυριαρχούν τα μεταμορφωμένα πετρώματα και σε μικρή έκταση εμφανίζονται όξινα πυριγενή πετρώματα και μετατεκτονικά και βραδυτεκτονικά ιζήματα του Πλειστόκαινου. Ακόμα παρεμβάλλονται συχνά σερπεντινικά σώματα μέσα σε άλλα πετρώματα. Συγκεκριμένα στην περιοχή της Ποντοκερασιάς έχουν εντοπιστεί ρυολιθικές εμφανίσεις που οφείλονται στην μετααλπική ηφαιστειότητα.

Τα εδάφη της περιοχής ανήκουν στα όξινα ορφνά δασικά εδάφη με υφή πηλώδη - ιλυοπηλώδη και πηλοαμμώδη - αμμώδη. Έχουν αντίδραση όξινη έως πολύ όξινη και είναι μέτρια έως πολύ φτωχά σε βάσεις. Ανήκουν στα πολυτιμότερα δασικά εδάφη της Ελλάδας.

Η ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΤΟΥ ΒΒΚΚ

Ο Βαλκανικός Βοτανικός Κήπος Κρουσσίων (ΒΒΚΚ) βρίσκεται στον ορεινό όγκο της οροσειράς των Κρουσσίων, σε δασική έκταση όπου κυριαρχούν τα φυλλοβόλα δρυοδάση.

Μέσα στον περιφραγμένο χώρο του Βοτανικού Κήπου η φυσιογνωμία της βλάστησης καθορίζεται από μεικτή διάπλαση Quercus pubescensκαι Q. frainetto. Κατά θέσεις αναπτύσσονται αραιές συστάδες ανατολικού γαύρου (Carpinus orientalis), οι οποίες εμφανίζονται πυκνότερες κυρίως σε ρέματα. Στα διάκενα του φυσικού δρυοδάσους κυριαρχούν θάμνοι όπως τα Cistus creticus, Rosa canina, Cornus mas, C. sanguinea, Fraxinus ornus, Crataegus monogyna, Prunus spinosa, Paliurus spina-cristii, Lonicera etrusca, Asparagus acutifolius, Ruscus aculeatus, Thymus spp.κ.ά.

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΟ ΒΒΚΚ

Έχοντας φτάσει στο ΒΒΚΚ στο Δήμο Κρουσσών του Νομού Κιλκίς δίπλα στην Ποντοκερασιά, ο επισκέπτης διαπιστώνει μια περιφραγμένη έκταση 310 στρεμμάτων που περιλαμβάνει διαμορφωμένους πολυλειτουργικούς χώρους αλλά και φυσικούςχώρους εναρμόνισης με το δασωμένο περιβάλλον τοπίο.

Ο επισκέπτης μπορεί να επιμορφωθεί βήμα-βήμα στην «Οδό της Γνώσης», μπορεί να περπατήσει στο «Μονοπάτι της βιοποικιλότητας» και στο “Μονοπάτι της περιπέτειας” μέσα στο φυσικό δρυοδάσος, μπορεί να περιηγηθεί στις διάφορες θεματικές ενότητες παρουσίασης των φυτών της Βαλκανικής χερσονήσου και μπορεί να παρατηρήσει από κοντά σπάνια ζωντανά μουσειακά εκθέματα που προέρχονται από την εξαιρετικά πλούσια και ιδιαίτερα σημαντική ελληνική χλωρίδα.

Τα παγκάκια, οι κρήνες, τα κιόσκια, το παρατηρητήριο και το τζάκι του χώρου συνάντησης του ΒΒΚΚ, προσφέρουν στον επισκέπτη δυνατότητες ανάπαυσης, αναψυχής και περισυλλογής.

Στο τέλος ή από την αρχή, ο επισκέπτης μπορεί να εκπαιδευτεί ή να αναπαυθεί στο Κέντρο Πληροφόρησης και στον «Κήπο των Αισθήσεων». Η περιήγηση στο χώρο του Κήπου των Αισθήσεων επιχειρεί να ενεργοποιήσει τις αισθήσεις των επισκεπτών παρέχοντας ερεθίσματα μέσα από:

(α) τα ποικίλα σχήματα και χρώματα του φυτικού κόσμου,

(β) τις διαφορετικές μορφές φύλλων, ανθέων και καρπών,

(γ) τις ποικίλες συμμετρίες των φυτικών οργάνων,

(δ) τις διαφορετικές οσμές και γεύσεις τους,

(ε) τους ήχους του τεχνητού καταρράκτη και των ζωικών οργανισμών που φιλοξενεί (πτηνά, βάτραχοι, έντομα).

Η εξ επαφής αναγνώριση των διαφορετικών φυτικών ειδών μαζί με το συνοδευτικό πληροφοριακό υλικό (ταμπέλες επιστημονικών ονομάτων και κοινών δημωδών ονομάτων, πινακίδες πληροφόρησης θεματικών ενοτήτων), συνιστούν μία εκπαιδευτική διαδικασία που εξοικειώνουν τον επισκέπτη με τα φυτά, τις ιδιότητές τους και τη χρήση τους.

Οι οργανωμένες επισκέψεις από μαθητές, φοιτητές και καθηγητές μπορούν να αναπτύξουν στους χώρους του Κήπου δραστηριότητες Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, αλλά και να επωφεληθούν από τα Περιβαλλοντικά Προγράμματα του Κήπου (μελέτες πεδίου, περιβαλλοντικά παιγνίδια, οργανωμένες ξεναγήσεις).

Το Εργαστήριο Προστασίας και Αξιοποίησης Αυτοφυών και Ανθοκομικών φυτών του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. (Θέρμη, Ν. Θεσσαλονίκης), στηρίζει –λειτουργικά και ουσιαστικά- τους πολυλειτουργικούς χώρους του ΒΒΚΚ (μητρικές φυτείες αυτοφυούς φυτικού υλικού που συλλέχθηκε από το φυσικό περιβάλλον, ενεργές συλλογές σπερμάτων, βάσεις δεδομένων, εργαστήρια ιστοκαλλιέργειας, φυτώρια, θερμοκήπια, βιβλιοθήκη).

(συνεχίζεται)

H Kόκκινη Bίβλος των απειλούμενων φυτών

ΔHMHTPIOΣ ΦOITOΣ
Ομότ. Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών

ΣTHN EIΣAΓΩΓH της βαρυσήμαντης αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως του ΟΗΕ (28 Οκτωβρίου 1982) για τον «Παγκόσμιο καταστατικό Χάρτη για τη Φύση» αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Ο άνθρωπος πρέπει να αποκτήσει τη γνώση, για το πώς θα διατηρήσει και θα επαυξήσει την ικανότητά του να χρησιμοποιεί τη Φύση, έτσι ώστε να εξασφαλισθεί η διατήρηση των ειδών και των οικοσυστημάτων, προς όφελος των σημερινών και των μελλοντικών γενεών» (Νέζης, 1992).

Kαμπανούλα του Pέιζερ (campanula reisseri). Σπάνιο είδος, στενότοπο ενδημικό στα νησάκια Γιούρα και Kυρά Παναγιά που βρίσκονται στο Eθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Σποράδων.

Οι γραμμές αυτές αποτελούν την πεμπτουσία της μέριμνας που οφείλει ο άνθρωπος προς τη Φύση και συγχρόνως αποτελούν το προοίμιο της αρχής της αειφορίας. Είναι δε τόση η σαφήνειά τους, ώστε, νομίζουμε, περιττεύει κάθε άλλος σχολιασμός. Ας περιορισθούμε, λοιπόν, στο επί μέρους θέμα, στο οποίον είναι αφιερωμένο το παρόν τεύχος.

Είναι γνωστός ο πλούτος της ελληνικής χλωρίδας, όπως επίσης και το εντυπωσιακό ποσοστό των ενδημικών ειδών της. Σχετικά στοιχεία, άλλωστε, αναφέρονται στα άρθρα αυτού του τεύχους. Δεν είναι, όμως, επαρκώς γνωστό ότι πολλά από τα σπάνια είδη, που δεν είναι απαραιτήτως ενδημικά, απειλούνται με εξαφάνιση ή κρίσιμο περιορισμό των πληθυσμών τους. Παραμένει, συνεπώς, πάντοτε η ανάγκη θεμελιωμένης επιστημονικής γνώσεως και ακριβών πληροφοριών σε ό,τι αφορά τα πραγματικώς απειλούμενα είδη της ελληνικής χλωρίδας, καθώς και η αδιάλειπτη παρακολούθηση της πορείας τους. Και είναι γεγονός ότι προς την κατεύθυνση αυτή έχουν γίνει, ιδίως τα τελευταία χρόνια, αξιοσημείωτες προσπάθειες, μεμονωμένες ή συλλογικές. Σπάνια είδη της ελληνικής χλωρίδας, των οποίων οι πληθυσμοί βρίσκονται σε ικανοποιητική κατάσταση, είναι δυνατόν, λόγω κυρίως των ανθρωπίνων επεμβάσεων, να μεταπέσουν στην κατηγορία των κινδυνευόντων. Oπως άλλα είδη, τα οποία εθεωρούντο εξαφανισμένα, απεδείχθη, με τις επίμονες ερευνητικές αναζητήσεις, ότι εξακολουθούν να επιβιώνουν.

Πλημμελής προστασία

Συγχρόνως, όμως, επανέρχεται η διαπίστωση ότι όσον οι πληθυσμοί των σπανίων ειδών μένουν αδιατάρακτοι από τις ανθρώπινες επεμβάσεις, κατορθώνουν να επιβιώνουν στη μοναξιά τους! Το πρόβλημα δημιουργείται από τη στιγμή που παρόμοια σπανιότατα είδη, μετά την επανεύρεσή τους, προκαλούν το ενδιαφέρον ερασιτεχνών αλλά και επιστημόνων Βοτανικών για τη συλλογή τους. Βεβαίως, πολλά, αν όχι τα περισσότερα από τα ενδημικά ή σπάνια είδη της χλωρίδας μας απαντούν στους Εθνικούς Δρυμούς ή σε άλλες κατηγορίες προστατευομένων περιοχών και θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι η προστασία τους εκεί είναι εξασφαλισμένη. Λυπούμαι να πω ότι, άλλοτε από την έλλειψη κανονισμών λειτουργίας των Δρυμών μας, άλλοτε από την πλημμελή φύλαξή τους ή την άγνοια των υποχρεώσεων των επισκεπτών, η αυτονόητη προστασία των εν λόγω ειδών κάθε άλλο παρά ικανοποιητική μπορεί να θεωρηθεί. Δεν υπεισέρχομαι στα της ελληνικής νομοθεσίας, η οποία αναφέρεται στα θέματα προστασίας του περιβάλλοντος. Διαβάζοντας, όμως, το πρόσφατο τεύχος του ΥΠΕΧΩΔΕ με τίτλο «Προστατευόμενες φυσικές περιοχές προς ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης» (Αθήνα, 2003) και για τα όσα πρόκειται να νομοθετηθούν σε συνδυασμό με τους ισχύοντες Νόμους ή Προεδρικά Διατάγματα, δημιουργείται η εντύπωση ενός κυκεώνα. Ας αναμένουμε όμως το τελικό αποτέλεσμα.

Τι λείπει, λοιπόν, και μένει αναποτελεσματική κάθε προσπάθεια της Πολιτείας και των άλλων φορέων που ασχολούνται με την προστασία της βιοποικιλότητας της χλωρίδας και της πανίδας του τόπου μας; Λείπει η επαρκής ευαισθητοποίηση των πολιτών, λείπει η γνώση. Και είναι μεν αλήθεια ότι οι διάφορες περιβαλλοντικές εταιρείες, οργανώσεις, τα Μουσεία Φυσικής Ιστορίας κ.λπ. έχουν συμβάλει θετικά προς αυτή την κατεύθυνση. Επιβάλλεται, όμως σήμερα, ως οικουμενική αξία, η οικολογική-περιβαλλοντική εκπαίδευση των νέων μας από το Δημοτικό Σχολείο μέχρι το Πανεπιστήμιο. Για τη Φύση και τον άνθρωπο. Και τούτο δεν αποτελεί σχήμα λόγου, αλλά ιστορική αναγκαιότητα.

Eνα βιβλίο για τα σπάνια φυτά

Yδατογραφία του Γιώργη Bαρλάμου από την εικονογράφηση της ποιητικής συλλογής του Nικηφόρου Bρεττάκου «H φιλοσοφία των λουλουδιών», Aθήνα 1988.

Σε ό,τι αφορά τη γνώση μας, ειδικώς στα θέματα προστασίας της χλωρίδας μας, έχουν γίνει, όπως σημειώνεται και στην αρχή του άρθρου μας, αξιοσημείωτες πρόοδοι, μεμονωμένες ή συλλογικές. Θα αναφέρουμε μία συλλογική προσπάθεια με το έργο «The Red Data Book of rare and threatened plants of Greece», το οποίο εκδόθηκε το 1995 και είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας 31 επιστημόνων, Ελλήνων & αλλοδαπών. Η μετάφραση του τίτλου στα ελληνικά είναι: «Βιβλίο ερυθρών δεδομένων για τα σπάνια και απειλούμενα φυτά της Ελλάδος». Η εκπόνησή του ανετέθη στο Εργαστήριο Βοτανικής του Πανεπιστημίου Πατρών από το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF), το οποίο το χρηματοδότησε με τρόπο γενναιόδωρο, ενώ το δικαίωμα της αποκλειστικής εκμεταλλεύσεώς του, εκτός των φωτογραφιών, ανήκει στο WWF-Ελλάς. Ο σκοπός της εκδόσεως του «βιβλίου των ερυθρών δεδομένων» ήταν να αποτελέσει μία πρώτη, σοβαρή προσέγγιση του θέματος των σπανίων και απειλουμένων ειδών της ελληνικής χλωρίδας και να προτείνει μέτρα προστασίας τους. Περιελήφθησαν σ' αυτό 263 είδη, κατανεμημένα σε τέσσερις κατηγορίες σύμφωνα με την ορολογία της IUCN, ήτοι εξαφανισμένα, κινδυνεύοντα, απειλούμενα και σπάνια. Το βιβλίο, από την άποψη του αριθμού των ειδών των ανωτέρω κατηγοριών, δεν μπορεί να θεωρηθεί πλήρες. Απαιτείται η συμπλήρωσή του, αλλά και η ενημέρωσή του με βάση τα συνεχώς προστιθέμενα νέα δεδομένα.

Το γεγονός ότι η έκδοση του βιβλίου έγινε μόνο στην αγγλική γλώσσα, περιόρισε ασφαλώς τη δυνατότητα να διαβασθεί από το ευρύ ελληνικό κοινό. Πάντως, παρόμοια βιβλία με επιστημονικώς θεμελιωμένα στοιχεία θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμα όχι μόνο στους Βοτανικούς, αλλά και στους αρμόδιους φορείς της Πολιτείας, στις περιβαλλοντικές οργανώσεις, τους δασολόγους, τους μελετητές διαχείρισης των διαφόρων περιοχών της χώρας κ.λπ. Εάν θέλουμε, βέβαια, να ξέρουμε τι πρέπει να προστατεύουμε.

H γνώση είναι δύναμη

Πέρασαν περίπου οκτώ χρόνια από την έκδοση του «βιβλίου ερυθρών δεδομένων για τα σπάνια και απειλούμενα φυτά της Ελλάδος» το οποίο, νομίζουμε, έχει ήδη εξαντληθεί. Και στο εν τω μεταξύ διάστημα δεν μας εδόθη, δυστυχώς, η οικονομική δυνατότητα για την έκδοσή του στα ελληνικά, αλλά ούτε και για τη συμπλήρωσή του. Παραδίδοντάς το, όμως, στον αναγνώστη, διατηρούμε την ελπίδα ότι του δώσαμε την ευκαιρία να προσεγγίσει τον κόσμο των φυτών με αγάπη και να εκτιμήσει την ανάγκη προστασίας τους. Αν αυτό έγινε, έστω εν μέρει, τότε ο αντικειμενικός στόχος αυτής της πολύμοχθης εκδόσεως θα έχει επιτευχθεί. Και ελπίζουμε, ακόμη, ότι η επιγραμματική προτροπή που αναφέρεται στο εσώφυλλο του βιβλίου δεν επέρασε απαρατήρητη: «Η γνώση είναι δύναμη. Χρησιμοποίησε τη δύναμη αυτού του βιβλίου για τη διαφύλαξη της βοτανικής κληρονομιάς της Ελλάδος και όχι για να την καταστρέψεις». Γιατί, κανένας Νόμος δεν είναι αρκετός να προστατεύσει τη Φύση καλύτερα από το συνειδητό ενδιαφέρον του πολίτη.

Βιβλιογραφία:

Ν. Νέζης, «Το ανθρώπινο περιβάλλον - Αρχές και τρόποι προστασίας», Πιτσιλός, Αθήνα 1992.

Phitos D., Strid A., Snogerup S. & Greuter W. (ed.): «The Red Data Book of rare and threatened plants of Greece», K. Michalas, Athens, 1995.

Από τη σελίδα: http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathglobal_2_31/08/2003_1285295



Ελληνικό Περιβάλλον και προστασία της βιοποικιλότητας

Η Βιστωνίδα

Με το νόμο 2637/1998 και με διεύρυνση των στόχων ύπαρξης τους, τα Καταφύγια θηραμάτων μετατράπη­καν σε Καταφύγια Άγριας Ζωής. Όι Υγρότοποι: Λίμνη Βιστωνίδα, Λιμνοθάλασσα Πόρ­το Λαγός, Λίμνη Ισμαρίδα, Λιμνοθάλασσες της Θράκης και το δέλτα του Νέστου πρόσφατα ενοποιήθηκαν. Ως εκ τούτου, οι υγρότοποι Pamsar της χώρας είναι πλέον 10.


Εφημερίδα: Γη: τα νέα των γιορτών της γης τεύχ. 4, Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2002 – Ιανουάριος 2003: σ. 4-8

Ελληνικό Περιβάλλον και προστασία της βιοποικιλότητας

Στόχος αυτής της εργασίας είναι να παρουσιάσει τα χαρακτηριστικά του ελληνικού περιβάλλοντος που σχετίζονται με τη βιοποικιλότητα, να δώσει συνοπτικά το συναφές θεσμικό πλαίσιο στην Ελλάδα και να εστιάσει σε θέματα που αφορούν την προστασία της σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο και τα οποία σχετίζονται με το “πώς και το γιατί” Αν θα έπρεπε με ελάχιστες μόνο λέξεις να δώσουμε τα κύρια γνωρίσματα του ελληνικού περι­βάλλοντος, θα λέγαμε "τεράστια ποικιλία σε μικρή κλίμακα". Η γεωμορφολογική ετερογένεια χαρακτηρίζει το ελληνικό τοπίο. Εξάρσεις και υφέσεις της γης, εκφραζό­μενες με ποικίλους τρόπους, διαδέχονται η μια την άλλη στη συμπύκνωση του χώρου - νησιά και χερσό­νησοι, κόλποι κι ακρωτήρια, ρυάκια, ποτάμια, χείμαρροι, κοιλάδες, φαράγγια και σπήλαια, γυμνοί λόφοι και δασωμένα βουνά, πεδιάδες, λίμνες, λιμνοθάλασσες. Αυτός ο διαμελισμός του Ελληνικού χώρου, αυτή η απουσία ομοιογένειας ισοδυναμεί με πλήθος διαφορετικών μικρόκοσμων, με όρια περισσότερο ή λιγό­τερο σαφή, που δίνουν ευκαιρίες σε διαφορετικά είδη να υπάρξουν ή ακόμη σε νέα να εμφανιστούν. Σ' αυτή τη γεωμορφολογική ετερογένεια έρχεται κι επικάθεται η κλιματική. Η Ελλάδα είναι χώρα Μεσογεια­κή αλλά το κλίμα της δεν είναι παντού Μεσογειακό. Και πώς θα μπορούσε να ήταν αλλιώς αφού το τελευ­ταίο είναι κλίμα θαλασσινό - και η Ελλάδα έχει σημαντική ηπειρωτική ενδοχώρα - και χαμηλών μόνο υψο­μέτρων - και η Ελλάδα έχει ψηλά βουνά. Σύμφωνα με την κατάταξη του Thornthwaite (Καρράς 1973) έχουν αναγνωριστεί 29 κλιματικοί τύποι στο έδαφος της, 14 υγροί και 15 ξηροί. Ο συνδυασμός γεωμορφολογίας και κλιματικής ετερογένειας δημιουργεί ιδι­αίτερες κατά τόπους συνθήκες, που με τη σειρά τους ευνοούν διαφορετικούς τύπους βλάστησης και μαζί τους τα διαφορετικά είδη φυτών και ζώων, με τα οποία καθένας συνδέεται. Και τι δεν θα βρούμε στην Ελλάδα. Από τα φοινικο­δάση της Κρήτης (στο Βάι, στο Κουρταλιώτικο φαράγγι) μέχρι τα δάση ερυθρελάτης στη Ροδόπη. Δηλαδή από βλάστηση υποτροπική μέχρι βλάστηση υποαρκτική. Δεν χρειάζεται να μεταφερθεί κανείς από τον ισημερινό στους πόλους για να συναντήσει τέτοιου τύπου μεταβολές. Φτάνει ένα ταξίδι στην Ελλάδα. Κι ανάμεσα σ' αυτές τις δυο ακραίες καταστάσεις, θα συναντήσει τα μυρωδάτα φρύγανα, τα θαλερά ακόμα και το καλοκαίρι μακί, τα εύφλεκτα Μεσογειακά πευκοδάση, τα φυλλοβόλα δάση χαμηλών υψομέτρων ποικίλης σύνθεσης, ελατοδάση και άλλα ορεινά κωνοφόρα, δάση οξιάς, χαμηλή βλά­στηση των ψηλών βουνών (υποαλπική και αλπική), παρόχθια βλάστηση - πά­ντα διαφορετική από τον περίγυρο αφού η παρουσία του νερού υπερκαθορίζει τα πάντα. Αυτή η εντυπωσιακή ποικιλία του χώρου συνδέεται και σε μεγάλο βαθμό ερ­μηνεύει το βιολογικό πλούτο της Ελλάδας ή αλλιώς τη βιοποικιλότητά της σε επίπεδο ειδών. Απόδειξη αυτού του πλούτου δίνει η σύγκριση της Ελλάδας και της Ευρώπης ως προς τον αριθμό ειδών φυτών και ζώων (Πίνακας 1) που εντός τους ενδημούν. Παρά την έντονη ανθρώπινη παρουσία και δράση, πα­ρά το ότι σ' αυτό το χώρο κι από τα βάθη των αιώνων εμφανίστηκαν, έδρασαν ή πέρασαν μεγάλοι πολιτισμοί, η Ελλάδα συνεχίζει ακόμα και σήμερα να απο­τελεί βιολογικό παράδεισο της Ευρώπης. Ο βιολογικός πλούτος είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο για τη χώρα, άγνωστος ωστόσο για τους περισσότερους. Όπου κι αν ζούμε, σε πόλη ή χωριό, ξέρουμε ν' απαριθμήσουμε αρκετά στοιχεία του χώρου, περούμε μνημεία, εκκλη­σίες, δρόμους, πλατείες, κινηματογράφους, θέατρα, εστιατόρια και άλλα πολλά. Πόσα ξέρουμε όμως γι αυτή τη φύση που υπάρχει ολόγυρα μας, ακό­μα και μέσα στις πιο πυκνοκατοικημένες πόλεις μας; Πόσοι ξέρουμε ότι δίπλα μας, σε κάποια σχισμή του βράχου ζει και μεγαλουργεί κάποιο μοναδικό σ' ολόκληρη τη γη λουλούδι, ότι στη ρηχή λιμνούλα και στο ταπεινό ποταμάκι κυκλοφορούν "ανάδελφα" ψαράκια - χωρίς συγγενείς σε άλλο τόπο, ζωντανές μαρτυρίες ανεξιχνίαστων συχνά εξελικτικών ιστοριών; Πόσοι ξέρουμε και μπορούμε να περηφανευτούμε για τις βιολογικές μοναδικότητες της χώρας μας ή καλύτερα για όλη αυτή τη φυσική μας κληρονομιά; Είναι καιρός να κάνουμε κάτι. Και πλέον, όχι για να αποκτήσουμε μια ουδέπο­τε απολεσθείσα περηφάνια αλλά για να μην απολέσουμε αυτή καθαυτή τη φυσική μας κληρονομιά. Οι προσπάθειες για προστασία δεν ξεκινούν τώρα. Τώρα, όμως, χρειάζεται να τελεσφορήσουν, χρειάζεται να γίνουν ουσιαστικές και αποτελεσματικές. Το θεσμικό πλαίσιο προστασίας της φύσης στην Ελλάδα ουσιαστικά εγκαινιά­ζεται με το νόμο 856/1937 "Περί Εθνικών Δρυμών", βάσει του οποίου ιδρύθη­καν οι δύο πρώτοι Εθνικοί Δρυμοί της χώρας (Ολύμπου, Παρνασσού). Το 1950 ψηφίστηκε ο νόμος 1465 που αφορά τα "Τοπία Φυσικού Κάλλους", ανά­μεσα στα οποία συμπεριλήφθηκαν περισσότερες από 300 περιοχές, χωρίς ωστόσο να τύχουν ουσιαστικής προστασίας. Ο "Δασικός Κώδικας", το νομο­θετικό διάταγμα 86/1969 και όπως τροποποιήθηκε με το 996/1971 "Περί εθνι­κών δρυμών, αισθητικών δασών και διατηρητέων μνημείων της φύσης", εμπλούτισε τη νομοθεσία για τις προστατευόμενες περιοχές. Βάσει αυτών ιδρύθηκαν 10 Εθνικοί Δρυμοί (Όλυμπος, Παρνασσός, Πάρνηθα, Αίνος, Σαμά­ρια, Οίτη, Πίνδος, Βίκος-Αώος, Πρέσπες, Σούνιο), 19 Αισθητικά Δάση και 51 Διατηρητέα Μνημεία της Φύσης (ανάμεσα στα οποία και το Απολιθωμένο Δά­σος στο Σίγρι Λέσβου, σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα 443/1985). Το 1974 επικυρώθηκε από την Ελλάδα η διεθνής σύμβαση Ραμσάρ (Ιράν, 1971) για την προστασία των υγροτόπων, βάσει της οποίας προσδιορίστηκαν 11 ελληνικοί υγρότοποι ως διεθνούς σημασίας (Δέλτα 'Εβρου, Λίμνη Βιστωνί-δα, Λιμνοθάλασσα Πόρτο Λαγός, Λίμνη Ισμαρίδα (Μητρικού) και Λιμνοθάλασ­σες της Θράκης, Δέλτα Νέστου, Λίμνες Βόλβη και Λαγκαδά (Κορώνεια), Λίμνη Κερκίνη, Δέλτα Αξιού-Λουδία-Αλιάκμονα και Αλυκή Κίτρους, Μικρή Πρέσπα, Αμβρακικός Κόλπος, Λιμνοθάλασσες Μεσολογγίου-Αιτωλικού και Εκβολές Αχελώου, Λιμνοθάλασσα Κοτυχίου). Με το Προεδρικό Διάταγμα 67/1981 "Περί προστασίας της αυτοφυούς χλωρί­δας και άγριας πανίδας και καθορισμού διαδικασίας συντονισμού και ελέγχου της ερεύνης επ' αυτών" κηρύχθηκαν ως προστατευτέα είδη που περιλαμβά­νονται σε εκτενή κατάλογο, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται τα περισσό­τερα των ενδημικών φυτικών και ζωικών ειδών της χώρας. Μετά την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ψηφίστηκε ο νόμος 1650/1986 για την "Προστασία του περιβάλλοντος". Στο κεφάλαιο Δ, που αφορά την προστασία της φύσης και του τοπίου, εισάγονται πέντε κατηγο­ρίες προστατευόμενων περιοχών, οι οποίες κατά σειρά προβλεπόμενου βαθ­μού προστασίας είναι: Περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης, Περιοχές προστασίας της φύσης, Εθνικά πάρκα, Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματι­σμοί, Προστατευόμενα τοπία και στοιχεία του τοπίου, και περιοχές οικοανάπτυξης. Μέχρι σήμερα, η μόνη θεσμοθέτηση γι αυτές τις περιοχές αφορά στην κατηγορία των Εθνικών Πάρκων. Συγκεκριμένα, έχουν ιδρυθεί το Εθνικό θαλάσσιο Πάρκο Βορείων Σποράδων, το Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, το Εθνικό θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου και πρόσφατα το Εθνικό Πάρκο Σχοινιά-Μαραθώνα. Η ίδρυση του τελευταίου δημιούργησε έντονες αντιδράσεις, δεδομένου ότι οι προβλεπόμενες εντός του δραστηριότητες δεν συνάδουν με το χαρακτήρα του. Με το νόμο 2742/1999 "Χωροταξικός σχεδιασμός και αειφόρος ανάπτυξη και άλλες διατάξεις", που συμπληρώνει τον 1650, διευκρινίζονται τα σχετικά με τη λειτουργία και διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών και προβλέπε­ται ίδρυση Φορέων Διαχείρισης τους με συγκεκριμένες αρμοδιότητες. Ο μο­ναδικός φορέας διαχείρισης που έχει συσταθεί μέχρι σήμερα (Ιούνιος 2002) για οποιαδήποτε προστατευόμενη περιοχή είναι αυτός του Εθνικού θαλάσσι­ου Πάρκου Ζακύνθου. Η κατάσταση στο μέλλον ως προς τις προστατευόμενες περιοχές θα διαμορ­φωθεί με βάση την εφαρμογή της Κοινοτικής Οδηγίας 93/43/ΕΟΚ, την πιο ση­μαντική για την προστασία της φύσης, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 1289/28.12.99, "Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας"). Με βάση την Οδηγία αυτή, ιδρύεται το ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο Ειδικών Ζωνών Διατήρησης, γνωστό ως "Φύση 2000" (Natura 2000). Πρόκειται για περιοχές στις οποίες βρίσκονται συγκεκριμένοι τύποι οικοτόπων, που καθορί­ζονται στο Παράρτημα Ι της Οδη­γίας, ή που περιέχουν οικοτόπους συγκεκριμένων ειδών, που δίνονται στο Παράρτημα II της Οδηγίας. Για την ίδρυση αυτού του δικτύου, κά­θε κράτος-μέλος όφειλε να συντά­ξει κατάλογο προτεινόμενων περιο­χών. Η Ελλάδα, υπό το συντονισμό του ΕΚΒΥ (Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων) με συνεργασία με­γάλου αριθμού σχετικών ερευνητών και με βάση επιστημονικά μόνον κριτή­ρια, ολοκλήρωσε και υπέβαλε τον εθνικό κατάλογο. Σύμφωνα μ' αυτόν, το σύ­νολο των προτεινόμενων περιοχών καλύπτει 18% της επιφάνειας της χώρας (Πίνακας 2) (Ντάφης κ.α 1997, Νάντσου 2001). Πέραν αυτών η Ελλάδα έχει υπογράψει και στις περισσότερες περιπτώσεις επικυρώσει σειρά διεθνών συμβάσεων που σχετίζονται με την προστασία της φύσης, όπως τη Σύμβαση της ΙΙΝΕ500 για την "Προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς" που τέθηκε σε ισχύ το 1975, τη Σύμ­βαση ΟΙΤΕ8 (1973) περί "Διεθνούς εμπορίας ειδών άγριας πανίδας και χλωρί­δας που κινδυνεύουν με εξαφάνιση", τη Σύμβαση της Βέρνης (1979) για την "Προστασία της άγριας ζωής και των φυσικών οικοτόπων της Ευρώπης", τη Σύμβαση της Βόννης (1979) για την Προστασία των μεταναστευτικών ειδών άγριων ζώων, τη Σύμβαση της Βαρκελώνης, που τέθηκε σε ισχύ το 1999, για την "Προστασία της Μεσογείου θαλάσσης από τη ρύπανση". , Παρά το μάλλον ογκώδες νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία της φύσης, το αποτέλεσμα στην πράξη είναι φτωχό. Και τούτο διότι η ύπαρξη του δεν διασφαλίζει αυτόματα την εφαρμογή του. Εντυπωσιακές καθυστερήσεις (σκό­πιμες ή λόγω αδράνειας), συγκρούσεις αρμοδιοτήτων μεταξύ υπεύθυνων κρατικών φορέων, ασάφειες, ανεπίλυτες συγκρούσεις συμφερόντων, ανεμπό­διστες παραβάσεις, ανεπαρκέστατοι διατιθέμενοι πόροι, έχουν όλα συμβάλει στο να είναι η προστασία κενή ουσιαστικού περιεχομένου, εκτός από λίγες εξαιρέσεις. Ο βαθμός προστασίας αυτών των περιοχών ποικίλλει έντονα. Με το νόμο 2637/1998 και με διεύρυνση των στόχων ύπαρξης τους, τα Καταφύγια θηραμάτων μετατράπη­καν σε Καταφύγια Άγριας Ζωής. Όι Υγρότοποι: Λίμνη Βιστωνίδα, Λιμνοθάλασσα Πόρ­το Λαγός, Λίμνη Ισμαρίδα, Λιμνοθάλασσες της Θράκης και το δέλτα του Νέστου πρόσφατα ενοποιήθηκαν. Ως εκ τούτου, οι υγρότοποι Pamsar της χώρας είναι πλέον 10. Ως λαός, είμαστε περήφανοι για την πολιτιστική μας κληρονομιά, μάθαμε στοιχειωδώς τουλάχιστον να σεβόμαστε τα μνημεία μας, τις μαρτυρίες της ιστορικής μας ταυτότητας. Ίσως η αντίστοιχη απόκτηση περηφάνιας -και κα­τά συνέπεια αρμόζουσας δράσης- για τη φυσική μας κληρονομιά, δεν συνι­στά για πολλούς ικανοποιητικό λόγο προστασίας της, πολύ περισσότερο όταν αυτή η προστασία έχει για κάποιους οικονομικό ή άλλο κόστος. Οφείλουμε κατά συνέπεια, να επιχειρηματολογήσουμε και σε άλλη βάση, ίσως περισσό­τερο κατανοητή από όλους. Τα ερωτήματα σχετικά με την αναγκαιότητα προστασίας της βιοποικιλότητας είναι δύο κυρίως: τι συνέβη ξαφνικά και βρεθήκαμε να οφείλουμε να ανταπο­κρινόμαστε σε καταιγισμό οδηγιών, νόμων, συμβάσεων με όλες τις συναφείς δεσμεύσεις και περιορισμούς που συνεπάγονται και ποια τελικά είναι η αξία της βιοποικιλότητας ώστε να υποστούμε τις όποιες θυσίες; Γιατί τόση προ­σπάθεια, θα έλεγε κάποιος γνώστης πραγμάτων. Έστω κι αν ο κόσμος αλλά­ζει εξαιτίας μας, δεν είναι η πρώτη φορά. Το περιβάλλον της Γης άλλαξε κατ' επανάληψη και άπειρα είδη χάθηκαν χωρίς εμείς να φταίμε στο παραμικρό. Πράγματι, έχει εκτιμηθεί ότι 99% των ειδών που υπήρξαν κάποτε στη Γη, στη διάρκεια των δισεκατομμυρίων ετών από την πρώτη εμφάνιση ζωής, έχουν εξαφανιστεί (Simpson 1952). Μαζικές εξαφανίσεις ειδών έχουν συμβεί κατ' επανάληψη στο παρελθόν του πλανήτη μας. Η μεγαλύτερη από αυτές συνέβη περί το τέλος του Περμίου (πριν περίπου 245 εκ. χρόνια), οπότε εξαφανίστη­καν 80% των τότε υπαρχόντων γενών και 54% των οικογενειών. Ακολούθησαν και άλλες, με πιο γνωστή και πολυσυζητημένη αυτή του τέλους του Κρητιδικού (65 εκ. χρόνια πριν), τότε που εξαφανίστηκαν οι "χαρισματικοί" δεινόσαυ­ροι, και με τελευταία αυτή κατά το "τελείως πρόσφατο" Τεταρτογενές (2 εκ. χρόνια πριν). Οι μεγάλες, μαζικές εξαφανίσεις δεν ήταν υπόθεση μιας μέρας ή ενός χρόνου. Ολοκληρώθηκαν σε μεγάλες χρονικές κλίμακες - σε δεκάδες χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες, εκατομμύρια χρόνια και γενικά αποδίδονται σε μείζονος σημασίας κλιματικές μεταβολές ποικίλης προέλευσης, ακόμα και εξωγενούς, όπως η πτώση μετεωρίτη, που αποτελεί την προτιμούμενη (και σί­γουρα πιο εντυπωσιακή) ερμηνεία της μαζικής εξαφάνισης κατά το Κρητιδικό. Στη σύγχρονη εποχή προστέθηκε ένας νέος παράγοντας, ικανός να οδηγήσει σε μαζικές εξαφανίσεις - ο άνθρωπος. Και η βιοποικιλότητα άρχισε να αποκτά τεράστια σημασία όταν αρχίσαμε να κάνουμε συγκεκριμένες εκτιμήσεις για τους ρυθμούς απώλειας ειδών εξαιτίας του. Υπολογίστηκε (Raven 1988) ότι ο ρυθμός απώλειας αγγειοσπέρμων είναι περίπου 5 είδη την ημέρα, ρυθμός που αναμένεται να διπλασιαστεί τις πρώτες δεκαετίες της τρέχουσας χιλιετη­ρίδας. Εκτιμήθηκε ότι με τους σημερινούς ρυθμούς απωλειών, τουλάχιστον 25% των υπαρχόντων ειδών του πλανήτη θα έχουν εξαφανιστεί ή συρρικνωθεί σε ελάχιστους πληθυσμούς πριν το μέσο του 21ου αιώνα (WWF, IUCN, UNEP 1991). Οι εξελίξεις αυτές κάνουν τον άνθρωπο, ένα μόνο από τα εκατομμύρια είδη του πλανήτη και άρα κομμάτι της βιοποικιλότητας, υποψήφιο να επιφέρει την επόμενη μαζική εξαφάνιση. Μια εξαφάνιση που, συγκριτικά με τις προη­γούμενες, θα χαρακτηριστεί από μέγιστη απώλεια ειδών μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Ως προς την αξία της βιοποικιλότητας, υπάρχουν πολλές απόπειρες προσδιο­ρισμού της με βάση κλασικούς οικονομικούς όρους. Μπορούμε να προσδιορί­σουμε την άμεση σημερινή αξία της, από τη χρήση προϊόντων φυτικής και ζω­ικής προέλευσης, για τροφή, φάρμακα, ρουχισμό, στέγαση, ή την αναμενόμε­νη στο μέλλον, από γενετική βελτίωση άγριων ποικιλιών για αυξημένες απο­δόσεις και ανθεκτικότητα. Μπορούμε επίσης να εκτιμήσουμε την έμμεση αξία της, προσδιορίζοντας τις εκφάνσεις της βιοποικιλότητας που αποδίδουν οικο­νομικό όφελος χωρίς να καταναλώνονται, όπως αξία αναψυχής, αξία από την παραγωγή και κατανάλωση έντυπου και ηλεκτρονικού υλικού (βιβλία, ταινίες, κλπ) ή από τη συμμετοχή της στην παραγωγή προϊόντων χρήσιμων στον άν­θρωπο (π.χ. παραγωγή καρπών που προϋποθέτει διαμεσολάβηση εντόμων-επικονιαστών) (Primack 1993). Πέραν αυτών, υπάρχουν πολλά να ειπωθούν (και έχουν ειπωθεί - Sessions 1987, Primack 1993 και η σχετική εντός βιβλιογραφία) για τη μη αποτιμώμενη με οικονομικούς όρους αξία της βιοποικιλότητας, τα οποία, κατά την άποψη μου, έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία. Στο πλαίσιο του παρόντος, δεν θα επεκταθώ σε ηθικές αξίες, κοινωνικές ή προσωπικές, που μπορεί να προσδιο­ρίσουν τη στάση μας απέναντι" της. Ένα, ωστόσο, θα ήθελα να επισημάνω. Ότι και να κάνουμε, ακόμα και το χειρότερο πυρηνικό πόλεμο, η ζωή θα συνε­χίσει να υπάρχει - έτσι όπως το έκανε από την πρώτη φορά που εμφανίστηκε μέχρι τώρα. Μόνο που κάτω από συνθήκες αλλαγών, πάντα υπήρξαν οι χαμέ­νοι και οι κερδισμένοι. Δεν γνωρίζουμε ανάμεσα σε ποιους θα βρεθούμε εμείς -οι άνθρωποι- όταν οι αλλαγές που επιφέρουμε στο περιβάλλον μας ξεπερά­σουν ένα κρίσιμο κατώφλι. Δυστυχώς, δεν ξέρουμε που βρίσκεται αυτό το κα­τώφλι. Δεν ξέρουμε η απώλεια καθενός ξεχωριστού είδους τι συνέπειες θα έχει για εμάς. Δεν ξέρουμε πόσα είδη μπορούμε να χάσουμε πριν γίνει η με­γάλη ανατροπή. Και οι κατακτήσεις μας στο μακρόκοσμο (σύμπαν) ή στο μι­κρόκοσμο (γονίδια) κάθε άλλο παρά διασφαλίζουν την καταχώρηση μας ανά­μεσα στους κερδισμένους. Το μόνο που ξέρουμε είναι ότι ο παρών κόσμος, έτσι όπως είναι, μπορεί να μας στηρίξει, ότι αυτός σίγουρα εξασφαλίζει την επιβίωση μας. Αυτό που απομένει είναι αυτοσυγκράτηση στις ενέργειες μας, σε τοπικό και σε παγκόσμιο επίπεδο - με άλλα λόγια, η εφαρμογή της αρχής της πρόληψης (ή επιφυλακτικότητας – precautionary principle). Γιατί αυτό που κάνουμε στην προσωπική μας ζωή δεν μπορούμε να το εφαρ­μόσουμε και στις δράσεις μας σε σχέση με τη φύση, εφόσον κατανοούμε τη σημασία του; Δεν κυκλοφορούν ολόγυρα μας πλήθη ληστών. Ωστόσο, προ­στατεύουμε όσο καλύτερα μπορούμε τα υπάρχοντα μας για τον κίνδυνο, "μή­πως". Για ανάλογους λόγους, οφείλουμε, όταν δεν διαθέτουμε επαρκή προβλεψιμότητα ως προς τις συνέπειες, να απόσχουμε από δραστηριότητες που πιθανόν εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους. Η προστασία της φύσης δεν έρχεται μόνη της. Απαιτεί διαχείριση. Και διαχεί­ριση σημαίνει ότι γνωρίζουμε τι έχουμε, γνωρίζουμε που θέλουμε να φθάσου­με και ότι διαθέτουμε τα μέσα για την επίτευξη των στόχων μας, δηλαδή δια­θέτουμε επιστημονική τεκμηρίωση, κατάλληλες μεθοδολογίες προσέγγισης και υλοποίησης των διαχειριστικών μας σχεδίων, επαρκείς πόρους αλλά και λαϊκή συναίνεση. Δυστυχώς, όμως, αυτά τα αυτονόητα δεν ισχύουν πάντα. Στόχος των προσπαθειών διαχείρισης της βιοποικιλότητας είναι να παρεμπο­διστεί η εξαφάνιση σε τοπικό ή παγκόσμιο επίπεδο μορφών με τις οποίες εκ­δηλώνεται και οργανώνεται η ζωή. Διαχειριζόμενοι τη βιοποικιλότητα δεν επι­χειρούμε να καταργήσουμε ή έστω να καθυστερήσουμε το θάνατο. Άλλωστε, θάνατος και ζωή είναι αναπόσπαστα δεμένα και χωρίς θάνατο δεν είναι δυνα­τή η συνέχιση της ζωής στον πεπερασμένο σε υλικά πλανήτη μας. Αυτό που επιδιώκουμε είναι να μην επιτρέψουμε να χαθούν εκείνα τα στοιχεία μοναδι­κότητας της ζωής που μπορεί να εκφράζονται σε οποιοδήποτε επίπεδο οργά­νωσης της, π.χ. γονιδιακό, ειδών, βιοκοινοτήτων, οικοσυστημάτων, ακόμα και τοπίου. Η εικόνα ενός σκοτωμένου πουλιού -ένα σπουργίτι για παράδειγμα-πληγώνει ευαίσθητους ανθρώπους. Αλλά στο επίπεδο της οικολογίας -και πέ­ραν του πεδίου συναισθημάτων και ηθικής- ένας τέτοιος θάνατος είναι ουδέ­τερος, στο βαθμό που η απώλεια ενός ατόμου δεν έχει συνέπειες για τον πληθυσμό, δηλαδή για την μονάδα εκείνη που εξασφαλίζει τη διατήρηση αυ­τής της μοναδικότητας της ζωής, που αποτελεί το σπουργίτι. Όλα τα στοιχεία μοναδικότητας σε σχέση με την οργάνωση της ζωής συνι­στούν αυτό που πολύ γενικά ορίζεται ως βιοποικιλότητα. Προφανώς αφού μι­λάμε για διαφορετικές κλίμακες πραγμάτων και πολύ περισσότερο αφού και σε καθεμιά από αυτές συναντάμε τεράστια ποικιλία μορφών ζωής με συγκε­κριμένα χαρακτηριστικά, απαιτήσεις και ιδιαιτερότητες, δεν μπορούμε να ανα­μένουμε ότι υπάρχουν μέτρα διαχείρισης που μπορούν να εφαρμοστούν πα­ντού και με τον ίδιο τρόπο. Μπορεί να διαθέτουμε γενικές κατευθυντήριες γραμμές, όπως έχουν προκύψει ως αποτέλεσμα ερευνητικής προσπάθειας τόσο στο πλαίσιο της πειραματικής όσο και της θεωρητικής οικολογίας, όμως η κάθε περίπτωση διαχείρισης είναι ξεχω­ριστή και απαιτεί συγκεκριμένες, ειδικές δράσεις. Δυστυχώς, δεν υπάρχει μια λύ­ση για όλα. Συχνά, υπάρχει παρανόηση σε σχέση με το τι περιλαμβάνει ο όρος διαχείριση. Εί­ναι δύσκολο να αντιληφθεί ένας μη ειδι­κός ότι το να μην επέμβουμε καθόλου, το να αφήσουμε τα πράγματα ως έχουν, αποτελεί και αυτό διαχείριση, μιας περιο­χής για παράδειγμα, με ιδιαίτερα βιοχα-ρακτηριστικά. Από την άλλη, υπάρχει διά­χυτη η άποψη ότι αν αποκλείσουμε τον άνθρωπο και τις δραστηριότητες του από αυτήν, αν δεν την διαταράξουμε με κανένα τρόπο, εξασφαλίζουμε τη διατή­ρηση της και όλων των συνοδών χαρα­κτηριστικών της. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Αν μέλημα μας είναι να διατηρήσουμε τη μέγιστη δυνατή βιοποικιλότητα σε μια περιοχή, τότε στο διαχειριστικό μας σχέδιο οφείλουμε να εντάξουμε διαταραχές. Ο πλούτος αρπακτικών υπάρχει ακόμα και σήμερα στη Δαδιά του Νομού Έβρου ενώ έχει εξαφανιστεί ή συρ­ρικνωθεί σε πλήθος άλλες περιοχές της Ελλάδας με ανάλογα χαρακτηριστι­κά. Αν αφεθεί το εκεί δάσος να ωριμάσει και να επεκταθεί χωρίς να παρέμ­βουμε, χωρίς να το διαταράξουμε, θα έχουμε τα πεύκα αλλά θα χάσουμε τα αρπακτικά. Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση διαχείρισης ανώτερων μονάδων βιοποικιλότητας (βιοκοινοτήτων, οικοσυστημάτων, τοπίων) έγκειται όχι στο αν επιτρέψουμε διαταραχές, αλλά στο είδος των διαταραχών, την έκταση, τη συ­χνότητα και την ένταση που θα πρέπει να έχουν σε σχέση πάντα με το προ-στατευτέο αντικείμενο. Διαταραχές Η αναφορά σε διαταραχές απαιτεί διευκρινήσεις προκειμένου να μην υπάρ­ξουν παρανοήσεις. Διαταραχή θεωρείται οτιδήποτε επενεργεί σε μια δεδομέ­νη κατάσταση τροποποιώντας την. Διαταραχές δεν είναι μόνον οι σεισμοί, οι ηφαιστειακές εκρήξεις, οι πλημμύρες, οι θύελλες, η τρύπα του όζοντος, η ρύ­πανση των θαλασσών, η δημιουργία νέφους σε πόλεις όπως η Αθήνα - αυτές οι μείζονος σημασίας μεταβολές που τροποποιούν τα δεδομένα του χώρου και επενεργούν άμεσα ή έμμεσα επί της βιοποικιλότητας. Είναι διαταραχή για τους φυσικούς βοσκότοπους η εισαγωγή γιδοπροβάτων. Είναι διαταραχή για τα φυτά η παγωνιά που μπορεί να τα "κάψει", η φωτιά για το πευκοδάσος, τα εδαφικά ζώα που ανοίγουν λαγούμια για τα ποολίβαδα, η αγκυροβόληση των πλοίων για τις εθνικές βιοκοινότητες, ο ξυλοκοπάς για το δρυοδάσος. Αλλά και σε μικρότερη κλίμακα, διαταραχή μπορεί να είναι ακόμα και η πτώση μιας σταγόνας βροχής, θανατηφόρα για ένα νεαρό φυταράκι, αφού δεν υπάρχει σοβαρότερη διαταραχή στη ζωή από ένα ξαφνικό θάνατο. Με άλλα λόγια, ορίζοντας και εκτιμώντας το μέγεθος μιας διαταραχής δεν κα­θοριζόμαστε αποκλειστικά και μόνο από την ανθρώπινη κλίμακα. Κι ακόμα πε­ρισσότερο, διαφορετική απόκριση έχουν οι μονάδες βιοποικιλότητας απέναντι σε καθεμιά. Κάποιες από τις διαταραχές εμφανίζονται αρκετά συχνά έτσι ώστε να μπορούν να ασκούν επιλεκτική πίεση και να αφήνουν τα ίχνη τους στην εξελικτική αλλαγή. Για παράδειγμα, εξελισσόμενοι οι πληθυσμοί μπορεί να αντέξουν μια διαταραχή ίδιου ή παρόμοιου τύπου την επόμενη φορά που θα συμβεί. Η φωτιά είναι διαταραχή. Ταυτόχρονα, είναι αναπόσπαστα δεμένη με το Μεσογειακό περιβάλλον. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο, τα είδη που ενδη­μούν σ' αυτό μπορούν να την αντιμετωπίσουν. Το πρόβλημα σ' αυτό το περι­βάλλον δεν είναι η φωτιά από μόνη της. Είναι κυρίως ο άνθρωπος με τις στά­σεις του, τις συμπεριφορές του και τις επιδιώξεις του. Αίτια μείωσης της βιοποικιλότητας Από αναλύσεις που έχουν γίνει σε σχέση με τις απώλειες ειδών που έχουν κα­ταγραφεί μέχρι σήμερα ως αποτέλεσμα της ανθρώπινης επέμβασης, προκύ­πτει ότι η απώλεια του ενδιαιτήματος, η υπερεκμετάλλευση και η εισαγωγή ξενικών ειδών είναι οι κυριότεροι παράγοντες που ευθύνονται γι αυτές. Σήμε­ρα, ωστόσο, αναδεικνύεται ως κυρίαρχος υπεύθυνος παράγοντας για τις επερχόμενες εξαφανίσεις η "απώλεια ενδιαιτήματος". Υπό τον όρο αυτό εντάσσουμε τρεις περιπτώσεις, α) τη συρρίκνωση του ενδιαιτήματος: π.χ. η αστική και βιομηχανική μας ανάπτυξη, οι διαδικασίες παραγωγής τροφίμων, ξύλου και άλλων αγαθών μειώνουν τις φυσικές εκτάσεις που αποτελούν ενδι­αιτήματα για πλήθος ειδών, β) την υποβάθμιση του ενδιαιτήματος: η ρύπανση, η υποβάθμιση των δασών, η διαταραχή του υδρολογικού κύκλου δημιουργούν συνθήκες ακατάλληλες για την επιβίωση των ειδών, γ) η μικρής κλίμακας διαταραχή των ενδιαιτημάτων: στην περίπτωση αυτή, οι επιπτώσεις δε' είναι τόσο δραματικές όσο στις άλλες δύο. Ωστόσο, μπορεί να υπάρξουν ιδιαίτερα ευαίσθητα είδη, τα οποία πλήττονται ανεπανόρθωτα. Ήπιες δραστηριότητες, όπως η αναψυχή, ο οικοτουρισμός, ακόμα και η οικολογική έρευνα μπορεί να συνδεθούν με τέτοιες διαταραχές. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αφορά τη μελέτη νυχτερίδων (Myotis grisescens) στις σπηλιές της Αλα­μπάμα (Tennessee, ΗΠΑ). Βρέθηκε ότι οι -έστω και λίγοι- επισκέπτες των σπηλαίων αποτελούσαν σημαντικό παράγοντα διαταραχής. Όταν η συχνότι των επισκέψεων ήταν μικρότερη από 1 το μήνα, η μείωση του πληθυσμού ί νυχτερίδων ήταν από μηδενική έως πολύ μικρή (0-20%). Με συχνότητα μεγαλύτερη των 4 ανά μήνα, οι απώλειες ήταν της τάξης του 85-95% (Tuttle 1979). Γίνεται σαφές ότι οι ανθρωπογενούς προέλευσης διαταραχές που θα επιτρέπουν εκεί όπου υπάρχει καθεστώς προστασίας εξαρτώνται πάντα από τον επιδιωκόμενο στόχο μας και πάντα σε σχέση με το προστατευτέο αντικείμενο. Προσεγγίσεις διαχείρισης της βιοποικιλότητας Δεδομένου ότι γνωρίζουμε πλέον τον κυριότερο παράγοντα απώλειας ειδών, είναι προφανές ότι οι προσπάθειες για προστασία θα πρέπει να αποβλέπουν κατά κύριο λόγο στη διατήρηση των ενδιαιτημάτων (=οικοτόπων). Κατά συνέπεια, δεν είναι τυχαίο που η πιο σημαντική Κοινοτική Οδηγία (93/43), α) με ρ ση την οποία διαμορφώνεται σε ευρωπαϊκό πλέον επίπεδο η πολιτική προσ σι'ας της φύσης, αποβλέπει πρωτίστως στην προστασία των οικοτόπων. Μπορούμε σχηματικά να προσδιορίσουμε και να περιγράψουμε τις προσεγ σεις προστασίας της βιοποικιλότητας ως εξής (Begon et al. 1996): α) προσέγγιση βιοκοινοτήτων/οικοτόπων β) προσέγγιση είδους, γ) προσέγγιση ex situ διατήρησης (δηλαδή διατήρηση σε κήπους, μουσεία, τράπεζες γενετικού υλικού, κλπ). Η πρώτη αποτελεί προσέγγιση προληπτικού χαρακτήρα, πριν οι” ταστάσεις γίνουν τραγικές. Η δεύτερη ισοδυναμεί με αντιμετώπιση επειγό­ντων περιστατικών, όταν ο πληθυσμός ενός είδους έχει φθάσει σε επικίνδυ\ χαμηλά επίπεδα. Η τρίτη, όταν σχετίζεται με αναπαραγωγή σε αιχμαλωσία, σε μεγάλο βαθμό ισοδυναμεί -αν θα μπορούσαμε να κάνουμε τον παραλληλι­σμό με το να βάλουμε "τον ασθενή στην εντατική". Όλες έχουν τη σημασία τους για διατήρηση της βιοποικιλότητας. Αλλά πρώτιστο μέλημα μας θα πρέπει να είναι η ενίσχυση των μέτρων προστασίας της βιοποικιλότητας in situ, δηλαδή στα ίδια τα φυσικά συστήματα και πριν οι καταστάσεις φθάσουν σε τραγικά επίπεδα, που τότε, είναι πάρα πολύ πιθανό πως παρά τις προσπάθειες μας, δεν θα μπορέσουμε να τις αντιμετωπίσουμε. Κρίσιμες καταστάσεις Τέτοιες καταστάσεις συνήθως αφορούν είδη που χαρακτηρίζονται από μι­κρούς πληθυσμούς. Και τούτο διότι συνδέονται με υψηλή αβεβαιότητα - δη­μογραφική. περιβαλλοντική, χωρική. Γεγονότα που αφήνουν ανεπηρέαστο ένα μεγάλο πληθυσμό μπορούν να οδηγήσουν στην εξαφάνιση ενός μικρού. Για παράδειγμα, ένας πληθυσμός που αποτελείται από ελάχιστα ζευγάρια, ε ναι καταδικασμένος σε εξαφάνιση αν τύχει και γεννηθούν άτομα μόνο του ίδιου φύλου - πράγμα απίθανο σ' ένα μεγάλο πληθυσμό. Η μεγάλη αβεβαιότητα ως προς την επιβίωση ενός είδους που αντιπροσωπεύεται από λίγα άτομα σημαίνει ότι χρειάζονται όχι μόνο μέτρα για να εξασφαλιστεί η επιβίωση του αλλά και πολύ τύχη. Η ανάκαμψη του πληθυσμού από λήψη ορθών μέτρων κινδυνεύει να είναι μόνο προσωρινή, αν απρόβλεπτα, τυχαία συμβάντα ακολουθήσουν. Την αρχική ευφορία θα διαδεχθεί η μόνιμη κατήφεια, από τη μέγιστη απώλεια - αυτή ενός είδους. Δυστυχώς, τέτοιες καταστάσεις έχουν υπάρξει, μερικές μάλιστα καταγραμμένες με μεγάλη ακρίβεια (Begon et al.. 1996). Γι αυτόν ακριβώς το λόγο επιβάλλεται η πρόληψη πριν φθάσουμε σε οριακές καταστάσεις. Από την άλλη πλευρά, σε τέτοιες κρίσιμες καταστάσεις η λήψη "ορθών" μέ­τρων κάθε άλλο παρά απλή υπόθεση είναι. Και τούτο διότι "ενώ απαιτούνται μέτρα, απουσιάζουν τα μέσα". Δηλαδή, απουσιάζουν (με ελάχιστες εξαιρέ­σεις) δεδομένα παρακολούθησης πληθυσμών του απειλούμενου είδους, δια­φορετικών μεγεθών, σε διαφορετικές περιοχές, για σειρά ετών, που θα απο­τελούσε τον ιδανικό τρόπο πειραματισμού, το μόνο ικανό να μας δώσει τα απαραίτητα στοιχεία, επάνω στα οποία θα στηριχθούμε για να κάνουμε τις προβλέψεις μας και με βάση τις οποίες θα λάβουμε τα ορθά μέτρα. Ωστόσο, τα άτομα που έχουν απομείνει είναι λίγα και η κατάσταση έχει επείγοντα χα­ρακτήρα. Και το ερώτημα είναι, τι κάνουμε σ' αυτή την -πολύ συνηθισμένη-περίπτωση; Κάνουμε ότι είναι εφικτό κάτω από τις δεδομένες συνθήκες. Αναζητούμε πλη­θυσμιακά πρότυπα, που μπορούν να στηριχθούν σε λίγα διαθέσιμα ή γρήγο­ρα αποκτώμενα δεδομένα, ή βασιζόμαστε σε πρότυπα που έχουν ήδη διαμορ­φωθεί μετά από πολύχρονες έρευνες σε κατά το δυνατόν συγγενικά είδη. Αν τίποτα από αυτά δεν μπορούμε να έχουμε, χρησιμοποιούμε υποκειμενικές εκτιμήσεις, βασισμένες στην εμπειρία και την εξειδικευμένη γνώση. Απευθυ­νόμαστε δηλαδή στους ειδικούς για να γνωμοδοτήσουν, αλλά πάντα με τον κίνδυνο να μην έρθουμε σε επαφή με τον καλύτερο από αυτούς - και με ότι αυτό συνεπάγεται. Είναι προφανές ότι τη λήψη των όποιων μέτρων οφείλει να συνοδεύει συνεχής παρακολούθηση έτσι ώστε να εκτιμάται η αποτελεσματι­κότητα αλλά και ο επαναπροσδιορισμός τους, όπου και όποτε χρειάζεται. Ως κατακλείδα Η προστασία της βιοποικιλότητας δεν είναι μόνον επιστημονικό θέμα, δεν αφορά μόνο τους σχετικούς επιστήμονες. Αφορά ολόκληρη την κοινωνία, την τοπική και την παγκόσμια. Η οικολογία και οι συναφείς επιστήμες δίνουν πλη­ροφορίες και μεθοδολογικά εργαλεία ανάλυσης, πρόβλεψης και παρακολού­θησης. Όμως, η αποτελεσματική προστασία μπορεί να επιτευχθεί μόνο με βα­θιά κατανόηση του προβλήματος από όλους (ή τουλάχιστον τους περισσότε­ρους), που μόνη αυτή μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγή στάσεων, απόψεων, συ­μπεριφορών και δραστηριοτήτων. Προς τούτο απαιτείται συνεχής ενημέρωση αλλά και επικοινωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Η λύση δεν είναι η άρ­νηση οποιασδήποτε χρήσης του φυσικού κόσμου και η άρνηση σε οποιοδή­ποτε έργο. Υπάρχουν λύσεις. Αλλά θα πρέπει καλά να το καταλάβουμε, ποτέ τέλειες (άλλωστε, ούτε η ζωή η ίδια είναι τέλεια) και ποτέ χωρίς κανένα κό­στος (οι ίδιοι οι μηχανισμοί της ζωής μας το αποδεικνύουν). Η επιστήμη της οικολογίας μπορεί να παράσχει εργαλεία επίλυσης. Στις περιπτώσεις που δεν τα διαθέτει ακόμα, οφείλει να το δηλώνει με σαφήνεια ώστε να μπορέσει η κοινωνία να αποδεχθεί την αρχή της πρόληψης και τα επακόλουθα της. Και για να γίνουν όλα αυτά, τουλάχιστον από πλευράς σχετικών επιστημόνων απαιτείται υπομονή και πάρα πολύ επιμονή.